Η αισθητική χειρουργική έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα (Taschen, 2005, σσ. 62-104), με το ρόλο της να έχει υπάρξει σημαντικός σε δύσκολες ιστορικές καταστάσεις (παγκόσμιοι πόλεμοι, ανίατες ασθένειες με επιπτώσεις στην εικόνα του σώματος).
Πριν από 4.000 χρόνια ήταν γνωστή μέθοδος αποκατάστασης της μύτης ύστερα από ακρωτηριασμό στο πεδίο των μαχών ή ως τιμωρία για μοιχεία ή άλλους λόγους. Οι πρώτες αναφορές για την εφαρμογή της ήρθαν από την Αίγυπτο και την Ινδία αλλά και στην αρχαία Κίνα οι γιατροί καλούνταν να αντιμετωπίζουν δυσμορφίες του προσώπου, όπως για παράδειγμα παραμορφωμένες μύτες. Ο ακρωτηριασμός της μύτης, των χειλιών ή των αυτιών αποτελούσε συνηθισμένη τιμωρία για τους αιχμαλώτους πολέμου, ακόμα και στη Βυζαντινή περίοδο. Ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Β΄ υποβλήθηκε σε επέμβαση «ρινοπλασίας». Ακόμα και ο Ιπποκράτης αναφέρεται στην ανάταξη των ρινικών καταγμάτων, συνιστώντας προσοχή, ώστε να μην διαταράσσεται η αισθητική αρμονία του προσώπου. Ο Κέλσος (τον 1ο αιώνα μ.Χ.) σχεδίασε και εφάρμοσε δερματικούς κρημνούς. Ο Παύλος ο Αιγινήτης, που έζησε κατά τον 7ο αιώνα, περιέγραψε χειρουργικές μεθόδους διόρθωσης καταγμάτων της μύτης και της γνάθου.
Το τέλος του Μεσαίωνα «σφραγίστηκε» με τη δραματική εξάπλωση της σύφιλης, που είχε ως συνέπεια την ανάπτυξη χειρουργικών τεχνικών για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της ασθένειας, τα οποία ήταν στην πλειονότητά τους παραμορφωμένες μύτες. Έτσι, η πρώτη ρινοπλαστική πραγματοποιήθηκε το 1597 στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια από τον καθηγητή Gasparo Taglhiacozzi, διάσημο Ιταλό χειρουργό της εποχής. Τον 16ο αιώνα η οικογένεια Branka, στη Σικελία, αξιοποίησε τη λεγόμενη ιταλική μέθοδο ανασύστασης της κομμένης μύτης, με τη χρήση ενός τμήματος δέρματος του βραχίονα. Εξαιρετικής σημασίας, όμως, είναι και η θέση του Αμβρόσιου Παρέ, του διασημότερου χειρουργού της Αναγέννησης, στην ιστορία της χειρουργικής, ο οποίος ασχολήθηκε με την αποκατάσταση τραυμάτων από πυροβόλα όπλα.
Η εφαρμογή της τοπικής αναισθησίας και η εισαγωγή της αντισηψίας έπαιξαν κεντρικό ρόλο στην ανάπτυξη της αισθητικής χειρουργικής. Ωστόσο, την έναρξη της σύγχρονης ιστορίας της αισθητικής χειρουργικής σήμανε η επαναστατική φιλοσοφία του Διαφωτισμού ότι το κάθε άτομο έχει δικαίωμα να μετασχηματίσει το σώμα του στην επιδίωξη της ευτυχίας και υπήρξε καθοριστική καθ’όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Οι Carl Ferdinand von Graefe, Eduard Zeis, Hermann Eduard Fritze, Jacques Joseph, είναι ορισμένοι από τους πρωτοπόρους που καθόρισαν τις πρακτικές της αισθητικής χειρουργικής σε ολόκληρο τον κόσμο. Μεταξύ 1840 και 1900 εφαρμόστηκαν πλαστικές επεμβάσεις πολλών ειδών, με την πρώτη κοιλιοπλαστική να πραγματοποιείται το 1899 στη Βαλτιμόρη, την πρώτη βλεφαροπλαστική το 1906 στο Σικάγο και το πρώτο λίφτινγκ προσώπου το 1901 στο Βερολίνο.
Πολλά από τα επιτεύγματα της κοσμητικής χειρουργικής συνδέονται με τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918), αφού πολλοί από τους διασωθέντες έφεραν τα στίγματα τραυμάτων και εγκαυμάτων. Η πείρα που αποκτήθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου, αλλά και μετά τον πόλεμο, είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη νέων και πρωτοποριακών χειρουργικών τεχνικών. Η αισθητική χειρουργική δεν λειτούργησε, όμως, μόνο ως ένας τρόπος βελτίωσης της εμφάνισης, αλλά και ως τρόπος ελαχιστοποίησης ή εξάλειψης φυσικών χαρακτηριστικών τα οποία –όπως τα ίδια τα άτομα πίστευαν- τους στιγμάτιζαν ως «διαφορετικούς». Έτσι, ένα από τα ζητούμενα ήταν η εξάλειψη ορισμένων φυλετικών χαρακτηριστικών που λειτουργούσαν αρνητικά για πολλούς ανθρώπους στις λίγο-πολύ ρατσιστικές κοινωνίες της Δύσης. Στην Κεντρική Ευρώπη κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, υπήρξε μια συστηματική αντίθεση προς την εβραϊκή φυλή που ονομάστηκε αντισημιτισμός. Εξαπλώθηκαν στερεοτυπικές εικόνες, στιγματίζοντας το εβραϊκό σώμα ως διαφορετικό, δύσμορφο και «παθολογικό». Οι Εβραίοι θεωρούνταν ότι είχαν επίπεδα πόδια, αποκρουστικές παθήσεις του δέρματος και χαρακτηριστικές μύτες. Έτσι, στη Γερμανία της δεκαετίας του 1890 ο Jacques Joseph, Εβραίος χειρουργός και θεμελιωτής της σύγχρονης ρινοπλαστικής, αναλάμβανε να «απαλλάσσει» τους ομοεθνείς του από τις «εβραϊκές» χαρακτηριστικές μύτες τους.
Ενώ τα πρώτα χρόνια οι αποδέκτες της αισθητικής χειρουργικής ήταν κυρίως άνδρες (που έφεραν τα στίγματα τραυμάτων και εγκαυμάτων που είχαν υποστεί στους πολέμους), οι επεμβάσεις, που άρχισαν να πραγματοποιούνται από το 1920 και μετά, ταυτίστηκαν με τις γυναίκες και με την επιδίωξη της ομορφιάς αλλά και τη διατήρηση της νεότητας. Έτσι, μετά και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1939-1945), σημαντικές για την εξάπλωση της αισθητικής χειρουργικής υπήρξαν η αυξητική στήθους και η λιποαναρρόφηση.
Το πρώτο βιβλίο πάνω στην αισθητική χειρουργική Η διόρθωση των ατελειών των χαρακτηριστικών (1907) δημοσιεύτηκε από έναν γιατρό στο Σικάγο, τον Charles Miller, ενώ η πρώτη ολοκληρωμένη εργασία για την κοσμητική χειρουργική, Πλαστική και Κοσμητική Χειρουργική (1911), συγγράφηκε από τον Frederick Kolle από τις ΗΠΑ. Το 1955 πραγματοποιήθηκε το πρώτο παγκόσμιο συνέδριο πλαστικής χειρουργικής στη Στοκχόλμη της Σουηδίας, ενώ από το τέλος του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα, η αισθητική χειρουργική αναπτύχθηκε πιο πολύ από ποτέ.
Σήμερα, η ανάπτυξη της ιατρικής γνώσης, της τεχνογνωσίας και της φαρμακευτικής βιομηχανίας, η βελτίωση των χειρουργικών μεθόδων και τεχνικών, η αύξηση του προσδόκιμου ορίου επιβίωσης και η μεγαλύτερη προσβασιμότητα έχουν κάνει τις αισθητικές επεμβάσεις πολύ περισσότερο ελκυστικές στο ευρύ κοινό.